Definify.com
Definition 2024
νορεπινεφρίνη
νορεπινεφρίνη
Greek
Noun
νορεπινεφρίνη • (norepinefríni) f (uncountable)
- (neurophysiology) norepinephrine
Declension
Declension of νορεπινεφρίνη (norepinefríni)
singular | |
---|---|
nominative | νορεπινεφρίνη |
genitive | νορεπινεφρίνης |
accusative | νορεπινεφρίνη |
vocative | νορεπινεφρίνη |