Definify.com
Definition 2024
επανένωση
επανένωση
Greek
Noun
επανένωση • (epanénosi) f (uncountable)
- reunification, reunion
- η γερμανική επανένωση
- the German reunification
- η γερμανική επανένωση
Declension
Declension of επανένωση (epanénosi)
singular | |
---|---|
nominative | επανένωση |
genitive | επανένωσης / επανενώσεως |
accusative | επανένωση |
vocative | επανένωση |