Definify.com
Definition 2024
διαπλανητικές
διαπλανητικές
Greek
Adjective
διαπλανητικές • (diaplanitikés)
- Nominative feminine plural form of διαπλανητικός (diaplanitikós).
- Accusative feminine plural form of διαπλανητικός (diaplanitikós).
- Vocative feminine plural form of διαπλανητικός (diaplanitikós).