Definify.com
Definition 2024
αστικές_οδικές_αρτηρίες
αστικές οδικές αρτηρίες
Greek
Noun
αστικές οδικές αρτηρίες • (astikés odikés artiríes) f
- Plural form of αστική οδική αρτηρία (astikí odikí artiría).
αστικές οδικές αρτηρίες • (astikés odikés artiríes) f