Definify.com
Definition 2024
αντιβιοτικού
αντιβιοτικού
Greek
Adjective
αντιβιοτικού • (antiviotikoú)
- Genitive masculine singular form of αντιβιοτικός (antiviotikós).
- Genitive neuter singular form of αντιβιοτικός (antiviotikós).
Noun
αντιβιοτικού • (antiviotikoú) n
- Genitive singular form of αντιβιοτικό (antiviotikó).