Definify.com

Definition 2024


αμφιβολίες

αμφιβολίες

Greek

Noun

αμφιβολίες (amfivolíes) f

  1. nominative plural of αμφιβολία (amfivolía)
  2. accusative plural of αμφιβολία (amfivolía)
  3. vocative plural of αμφιβολία (amfivolía)