Definify.com

Definition 2024


Αλγερινής

Αλγερινής

See also: αλγερινής

Greek

Noun

Αλγερινής (Algerinís) f

  1. Genitive singular form of Αλγερινή (Algeriní).

αλγερινής

αλγερινής

See also: Αλγερινής

Greek

Adjective

αλγερινής (algerinís)

  1. Genitive feminine singular form of αλγερινός (algerinós).