Definify.com

Definition 2024


φλάουτο_με_ράμφος

φλάουτο με ράμφος

Greek

Noun

φλάουτο με ράμφος (fláouto me rámfos) n (plural φλάουτα με ράμφος)

  1. (music) recorder

Declension

Synonyms

Related terms