Definify.com
Definition 2024
υδατάνθρακες
υδατάνθρακες
Greek
Noun
υδατάνθρακες • (ydatánthrakes) m
- Nominative plural form of υδατάνθρακας (ydatánthrakas).
- Accusative plural form of υδατάνθρακας (ydatánthrakas).
- Vocative plural form of υδατάνθρακας (ydatánthrakas).