Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
τετραγωνικό_μέτρο
τετραγωνικό μέτρο
Greek
Noun
τετραγωνικό
μέτρο
•
(
tetragonikó métro
)
n
(
plural
τετραγωνικά μέτρα
)
square metre
See also
στρέμμα
n
(
strémma
,
“
1/10 hectare
”
)
εκτάριο
n
(
ektário
,
“
hectare
”
)
Similar Results