Definify.com

Definition 2024


στοιχειοθέτρια

στοιχειοθέτρια

Greek

Noun

στοιχειοθέτρια (stoicheiothétria) f (plural στοιχειοθέτρια, masculine στοιχειοθέτης)

  1. (typography) compositor, typographer

Declension