Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
οπτικός_σαρωτής
οπτικός σαρωτής
Greek
Noun
οπτικός
σαρωτής
•
(
optikós sarotís
)
m
(
plural
οπτικοί σαρωτές
)
scanner
(
optical
)
Similar Results