Definify.com
Definition 2024
νευροδιαβιβαστής
νευροδιαβιβαστής
Greek
Noun
νευροδιαβιβαστής • (nevrodiavivastís) m (plural νευροδιαβιβαστές)
Declension
declension of νευροδιαβιβαστής
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | νευροδιαβιβαστής | νευροδιαβιβαστές |
genitive | νευροδιαβιβαστή | νευροδιαβιβαστών |
accusative | νευροδιαβιβαστή | νευροδιαβιβαστές |
vocative | νευροδιαβιβαστή | νευροδιαβιβαστές |
External links
- Νευροδιαβιβαστής on the Greek Wikipedia.Wikipedia el