Definify.com
Definition 2024
καρδιακή_προσβολή
καρδιακή προσβολή
Greek
Noun
καρδιακή προσβολή • (kardiakí prosvolí) f (plural καρδιακές προσβολές)
Synonyms
- έμφραγμα n (émfragma)
Related terms
- έμφραγμα του μυοκαρδίου n (émfragma tou myokardíou, “myocardial infarction”)
External links
- Έμφραγμα του μυοκαρδίου on the Greek Wikipedia.Wikipedia el