Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
θεότητα
θεότητα
Greek
Noun
θεότητα
•
(
theótita
)
f
(
plural
θεότητες
)
(
religion
)
deity
,
divinity
,
godhead
Declension
declension of
θεότητα
singular
plural
nominative
θεότητα
θεότητες
genitive
θεότητας
θεοτήτων
accusative
θεότητα
θεότητες
vocative
θεότητα
θεότητες
Similar Results