Definify.com
Definition 2024
εκδόσεις
εκδόσεις
See also: ἐκδόσεις
Greek
Noun
εκδόσεις • (ekdóseis) f
- Nominative plural form of έκδοση (ékdosi).
- Accusative plural form of έκδοση (ékdosi).
- Vocative plural form of έκδοση (ékdosi).
εκδόσεις • (ekdóseis) f