Definify.com
Definition 2024
διαφορά
διαφορά
Greek
Noun
διαφορά • (diaforá) f (plural διαφορές)
- difference (in characteristics, position, etc)
- difference (the result of subtraction)
- dispute, difference (of opinion, etc)
- (law) dispute
Declension
declension of διαφορά
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | διαφορά | διαφορές |
genitive | διαφοράς | διαφορών |
accusative | διαφορά | διαφορές |
vocative | διαφορά | διαφορές |
Related terms
- διαφορετικός (diaforetikós, “different”)
- διαφωνώ (diafonó, “to disagree, to differ”)
- διαφορά δυναμικού f (diaforá dynamikoú, “potential difference, voltage”)
See also
- διαφθορά f (diafthorá, “vice, corruption”)