Definify.com

Definition 2024


βραβείο

βραβείο

Greek

Noun

βραβείο (vraveío) n

  1. prize, award
    Βραβείο ΊψενVraveío Ípsen ― Norwegian Ibsen Award
    Βραβείο ΝόμπελVraveío Nómpel ― Nobel Prize
    Διεθνές βραβείο ΜπούκερDiethnés vraveío Boúker ― Man Booker International Prize

Declension

Derived terms

  • βραβεύομαι (vravévomai)
  • βράβευση (vrávefsi)
  • βραβεύσιμος (vravéfsimos)
  • βραβεύω (vravévo)
  • επιβραβεύω (epivravévo)