Definify.com
Definition 2024
αστέρας
αστέρας
Greek
Noun
αστέρας • (astéras) m (plural αστέρες)
- (astronomy) star
- αστέρας νετρονίων (neutron star)
- star (quality scoring system)
- ξενοδοχείο πέντε αστέρων (five star hotel)
- (film) star
- διάσημος κινηματογραφικός αστέρας (famous film star)
Declension
declension of αστέρας
Synonyms
Derived terms
- Πολικός Αστέρας m (Polikós Astéras, “Pole Star”)
- διάττοντας αστέρας m (diáttontas astéras, “shooting star”)