Definify.com
Definition 2024
αντικοινωνικοί
αντικοινωνικοί
Greek
Adjective
αντικοινωνικοί • (antikoinonikoí)
- Nominative masculine plural form of αντικοινωνικός (antikoinonikós).
- Vocative masculine plural form of αντικοινωνικός (antikoinonikós).